Τριώδιο:
«άνοιξε το Tριώδιο»: H φράση χρησιμοποιείται μεταφορικά και σημαίνει την έναρξη της Aποκριάς. Για την Oρθόδοξη Eκκλησία, όμως, η φράση κυριολεκτείται, επειδή δέκα Κυριακές πριν το Πάσχα αναγνώσκεται το εκκλησιαστικό βιβλίο, το λεγόμενο Tριώδιο< τρεις ωδές.
«άνοιξε το Tριώδιο»: H φράση χρησιμοποιείται μεταφορικά και σημαίνει την έναρξη της Aποκριάς. Για την Oρθόδοξη Eκκλησία, όμως, η φράση κυριολεκτείται, επειδή δέκα Κυριακές πριν το Πάσχα αναγνώσκεται το εκκλησιαστικό βιβλίο, το λεγόμενο Tριώδιο< τρεις ωδές.
Καρναβάλι
Η σημασία της ελληνικής λέξης “αποκριά” αποδόθηκε στα Λατινικά ως carnevale. Carne (= κρέας) +vale (= αντίο) ή carne + levàmen (= παύω, κόβω, σταματώ).
Ορισμένοι ετυμολογούν τη λέξη carnevale από το carro navale (τροχήλατο πλοιάριο). Επρόκειτο για ένα άρμα διασκέδασης που χρησιμοποιούσαν οι Λατίνοι στις γιορτές τους.
Ορισμένοι ετυμολογούν τη λέξη carnevale από το carro navale (τροχήλατο πλοιάριο). Επρόκειτο για ένα άρμα διασκέδασης που χρησιμοποιούσαν οι Λατίνοι στις γιορτές τους.
Μασκαράς
Η Ιταλική λέξη maschera σημαίνει το “προσωπείο”. Το maschera παράγεται από το masca, το οποίο ακόμα και σήμερα στη διάλεκτο του Piemonte προσδιορίζει τη μάγισσα. Όμως σύμφωνα με μερικούς ερευνητές η λέξη masca παράγεται από το αραβικό maskara (= γελωτοποιός). Το maskara παράγεται από το ρήμα ΣΟΧΡ سخر που σημαίνει «κοροϊδεύω, ξεγελάω, αστειεύομαι». Από το ρήμα παράγεται το όνομα ΜΑΣΧΑΡΕ مسخره (= γελοίος).
Πάντως είτε Ιταλική, είτε Αραβική είναι η λέξη στην ελληνική έδωσε τις λέξεις: μασκέ, μάσκαρα, μασκαράς, μασκαρεύω, μασκάρεμα μασκαριλίκι, μασκότ κ.ά
Η Ιταλική λέξη maschera σημαίνει το “προσωπείο”. Το maschera παράγεται από το masca, το οποίο ακόμα και σήμερα στη διάλεκτο του Piemonte προσδιορίζει τη μάγισσα. Όμως σύμφωνα με μερικούς ερευνητές η λέξη masca παράγεται από το αραβικό maskara (= γελωτοποιός). Το maskara παράγεται από το ρήμα ΣΟΧΡ سخر που σημαίνει «κοροϊδεύω, ξεγελάω, αστειεύομαι». Από το ρήμα παράγεται το όνομα ΜΑΣΧΑΡΕ مسخره (= γελοίος).
Πάντως είτε Ιταλική, είτε Αραβική είναι η λέξη στην ελληνική έδωσε τις λέξεις: μασκέ, μάσκαρα, μασκαράς, μασκαρεύω, μασκάρεμα μασκαριλίκι, μασκότ κ.ά
Πηγή:
www.24grammata.com